Στις 29, 30 και 31 Οκτωβρίου 2021, πάνω από 30 καλλιτέχνες από όλο το φάσμα των παραστατικών και των εικαστικών τεχνών συμπράττουν σε πραγματικό χρόνο στη δημιουργία ενός έργου που διαρκεί τρεις μέρες. Με τη μετατροπή της Εναλλακτικής Σκηνής σε χώρο εργαστηριακό, τα όρια μεταξύ «παρασκηνίου» και «προσκηνίου» γίνονται διαπερατά συνδυάζοντας το προσχεδιασμένο με το τυχαίο.
Με πρωταρχική συνθήκη την αδυναμία μας να «εξαντλήσουμε» την ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης, το Synthesis προτείνει μια διαδικασία δημιουργίας εν εξελίξει που οικοδομείται με διαφορετικά «υλικά». Τα μέλη της ομάδας οικειοποιούνται «θραύσματα» της Επανάστασης, τα σωματοποιούν και τα παρουσιάζουν με επίγνωση της αποσπασματικότητάς τους. Κάθε συντελεστής αναλαμβάνει ένα ή περισσότερα κομμάτια της συνολικής σύνθεσης, χωρίς να ακολουθεί μια κοινή λογική ή μέθοδο, και ο συνδυασμός τους δημιουργεί ένα συλλογικό «σώμα». Το παρόν και το παρελθόν συμπλέκονται, καθώς τα επιλεγμένα αρχειακά τεκμήρια, η ματιά των σύγχρονων ιστορικών, τα δημοτικά τραγούδια, τα ποιήματα, οι γκραβούρες κ.ά. χρησιμοποιούνται ως στοιχεία για τα νέα σκορ (οδηγίες), προκειμένου να οικειοποιηθούμε την ιστορία μας με τρόπο που να απαντά σε σύγχρονους προβληματισμούς (ανθρώπινα δικαιώματα, μετανάστευση, θέση της γυναίκας στην κοινωνία, φτώχεια κ.ά).
H εικαστική εγκατάσταση ενδυναμώνει τη συνειδητότητα του θεατή που καλείται να την ενεργοποιήσει με τη φυσική του παρουσία στο χώρο. Το έργο προτείνει μια καλειδοσκοπική ματιά καθώς ο επισκέπτης ενθαρρύνεται να κινηθεί μέσα στην εγκατάσταση, να καθορίσει τον χρόνο παραμονής του, να παρακολουθήσει το έργο από διαφορετικές γωνίες θέασης, να βιώσει διαφορετικές προσεγγίσεις που οδηγούν σε μια ελεύθερη σύνδεση των νοημάτων και εντέλει στη δημιουργία της δικής του προσωπικής σύνθεσης.
Πριν από δύο περίπου χρόνια αρχίσαμε να μελετάμε την ιστορική περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης. Προσεγγίσαμε την Ιστορία μέσα από μια ανθρώπινη ματιά, προσπαθώντας να μπούμε στη θέση τόσο των επώνυμων όσο και των ανώνυμων της εποχής καθώς και στις συνθήκες μέσα στις οποίες έδρασαν: Συνθήκες αντιφάσεων, ρήξεων, αλλά και αλληλεγγύης, ανατροπών, αλλά και υπερβάσεων. Ο αγώνας τελικά κρίνεται στον χρόνο, ποικίλει από παύσεις και εντάσεις, εσωστρέφεια και εξωστρέφεια, και ό,τι προκύπτει είναι μέσα από κόπο και αβεβαιότητα ως την ύστατη στιγμή.
Κάποιες από τις θεματικές που μας απασχόλησαν ήταν η σχέση μας με τη φύση και τη βία, η «αέναη» διεκδίκηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, η αρρώστια της αισχροκέρδειας και της διαφθοράς, το θέμα της ταυτότητας. Ποιοι είμαστε, είμαστε ένα, ένα σύνολο ενιαίο; Πώς μας βλέπουν και πώς βλέπουμε εμείς εμάς τους ίδιους; Και τελικά πώς μπορεί η Επανάσταση, ανεξάρτητα από την επέτειό της των 200 ετών, να μας βοηθήσει να αντιληφθούμε τους εαυτούς μας και να αντιμετωπίσουμε σύγχρονα προβλήματα;
Σκεφτήκαμε να αντλήσουμε στοιχεία της Ιστορίας που μας προκάλεσαν το ενδιαφέρον και να τα μεταφέρουμε σε άξονες που «κατασκευάζουν» ένα σύγχρονο έργο από την ερευνητική του διαδικασία μέχρι και την τελική του σύνθεση και παρουσίαση. Με αυτόν τον τρόπο, η περίπλοκη διαδικασία της Επανάστασης έρχεται να συσχετιστεί με τη δημιουργία ενός συλλογικού καλλιτεχνικού εγχειρήματος, μιας σύνθετης παρτιτούρας που οι γραμμές της, ο χώρος, ο ήχος, το σώμα και ο λόγος τρέχουν παράλληλα με την Ιστορία η οποία βρίσκεται πάντα εν εξελίξει.
Ο χώρος προϋπάρχει και μετατρέπεται σε καμβά που συνεχώς μετασχηματίζεται. Οι άνθρωποι έρχονται να συνδιαλλαγούν με την υλικότητα του, να την «κατακτήσουν» και ενίοτε να «κατακτηθούν» από αυτή, να την αλλάξουν και να συν-διαμορφώσουν μια νέα ταυτότητα. Οι εικαστικές εγκαταστάσεις που δημιουργούνται κατά τη διάρκεια των τριών ημερών στη σκηνή της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ είναι ο χώρος και ο ήχος της Επανάστασης. Ένας χώρος εργοταξιακός, ο οποίος καταργεί τα όρια «παρασκηνίου» και «προσκηνίου», προσχεδιασμένου και τυχαίου, και αποτυπώνει για εμάς το ιστορικό «καρδιοχτύπι». Θραύσματα παραστατικά εμφυτεύονται σε αυτόν δίνοντας του άλλες παράλληλες χρονικότητες και χρωματισμούς. Ο λόγος άλλοτε τεχνικός, ένα γλωσσάρι επικοινωνίας, άλλοτε ποιητικός, ένα μέσο έκφρασης. Η σωματοποίηση ως έμψυχο υλικό και η υλικότητα ως ανόργανο σώμα υπόκεινται σε παρόμοιες συνέπειες: στη φθορά, την κόπωση, την καταστροφή. Μέσα από αυτά τα στοιχεία δημιουργείται και γεννιέται το νεότερο.
Το θραύσμα στο όλο, το όλο στο θραύσμα, το εγώ στο εμείς, το εμείς στο εγώ, η αντοχή στην υπέρβαση και η υπέρβαση στην αντοχή.
Τελικά, η αδυναμία να «εξαντλήσουμε» το όλο έγινε δύναμη όταν αποφασίσαμε να ενώσουμε τα θραύσματα του καθενός. Προσκαλέσαμε καλλιτέχνες από διαφορετικούς χώρους να γίνουν συνοδοιπόροι μας και να έρθουν αντιμέτωποι με την Ιστορία και την αποσπασματικότητά της. Τα θραύσματα που έφερε ο καθένας τους γίνονται κομμάτι ενός συλλογικού σώματος. Δεν πρόκειται για μια αφήγηση, μια οπτική γωνία, ούτε καν και για μια κοινή συμφωνία στην ερμηνεία. Το κοινό, αντίστοιχα, στο διάστημα των τριών ημερών, θα έρθει αντιμέτωπο με κομμάτια του έργου και θα συνθέσει τη δίκη του εικόνα, όπως κάνουμε και για την Ιστορία. Πρόκειται για μια σύγχρονη βιωματική συνθήκη παραλληλισμού με το τότε, που φέρνει τους ανθρώπους, τους σημερινούς συντελεστές του έργου, αλλά και το κοινό, μέσα στην εποχή της πανδημίας και με όλα όσα αυτή συνεπάγεται, να μπουν σε μια διαδικασία συνεργασίας και να πλάσουν ζωντανά επί σκηνής την τελική εικόνα του Synthesis.
Μπορούμε σήμερα μέσα σε όλες τις δυσκολίες που βιώνουμε να κάνουμε κάτι που να μας υπερβαίνει;
Το 2021 σηματοδοτεί τη διακοσιοστή επέτειο από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης. Γιατί όμως τη «γιορτάζουμε»; Και πώς μπορούμε να προσεγγίσουμε την Επανάσταση σε μια συγκυρία όπου η επέτειος των 200 χρόνων συνέπεσε με την εκδήλωση της πανδημίας του κορωνοϊού, ένα ήδη «μεγάλο» ιστορικό γεγονός;
Όπως απέδειξε η προετοιμασία του Synthesis, η πανδημία και η πρωτόγνωρη εμπειρία του εγκλεισμού τροφοδότησε ακόμα πιο γόνιμα τη σχετική συζήτηση: Πού οδηγούμαστε, τι μας περιμένει μετά, πώς μπορούμε να δράσουμε και να δημιουργήσουμε, πώς βιώνουμε μια κρίσιμη ιστορική καμπή; Πρόκειται για ερωτήματα που –τηρουμένων των ιστορικών αναλογιών– απασχολούσαν και τους Έλληνες που προετοίμαζαν την Επανάσταση το 1820 στη Μάνη, την Πάτρα και τα Ψαρά, την Οδησσό και την Πίζα.
Στην αρχική φάση της προετοιμασίας του Synthesis τέθηκαν από την αρχή κάποια κεντρικά ερωτήματα: Τι ήταν τελικά η Ελληνική Επανάσταση, ποια η θέση και η σημασία της στην ελληνική ιστορία, ποια η σχέση της με το σήμερα; Αρχικά, υπήρχε μια αμηχανία. Δεν είναι εύκολο να «μπεις» σε μια ιστορική εποχή αρκετά περασμένη και να την κατανοήσεις. Σταδιακά, ωστόσο, έγινε αντιληπτό το γοητευτικό και πολύπλοκο του επαναστατικού εγχειρήματος, οι άγνωστες πτυχές που έχει, το πόσο διαφορετικές –αλλά και αντιθετικές– είναι οι απόψεις των ιστορικών για αυτή, αλλά και το πόσο σφοδρή ήταν και παραμένει μέχρι σήμερα η σχετική συζήτηση και η αντιπαράθεση στη δημόσια σφαίρα.
Όσο μελετούσαμε τα κείμενα και τα αρχειακά τεκμήρια, η συζήτηση γεννούσε νέους προβληματισμούς και νέα ερωτήματα: Ποιες ήταν οι αιτίες της Επανάστασης, τα κίνητρα και οι στόχοι των ανθρώπων που τη σχεδίασαν και μετείχαν σ’ αυτή; Τι σήμαινε η Επανάσταση αλλά και η δημιουργία του νέου κράτους για τους ανθρώπους που κατοικούσαν στις περιοχές που αποτελούν σήμερα το ελληνικό κράτος; Τι περιεχόμενο μπορεί να έχει η έννοια της Επανάστασης σήμερα; Πολλές φορές η κουβέντα «πιανόταν» από μια λέξη ή φράση μια επιστολής ή μιας προκήρυξης, η συζήτηση λοξοδρομούσε, άρχισαν να διαφαίνονται διαφορετικές απόψεις και αντιλήψεις για την ίδια την Επανάσταση και επιμέρους πλευρές της.
Νομίζω, όμως, ότι κάναμε μια προσπάθεια να κατανοήσουμε την Ελληνική Επανάσταση ως ένα σύνθετο σωματικό και συνειδησιακό πείραμα, ένα εγχείρημα πολύπλευρο που απελευθέρωσε μια τεράστια δυναμική και χαρακτηρίστηκε από συνέχειες και ασυνέχειες, διάρκειες και τομές. Αναμφίβολα είναι η «καταστατική πράξη» ίδρυσης του ελληνικού εθνικού κράτους. Είναι επίσης ένα γεγονός διεθνούς εμβέλειας, εντασσόμενο σε αυτό που αποκαλούμε «Εποχή των Επαναστάσεων». Αποτελεί έτσι κρίκο στην αλυσίδα των γεγονότων που σηματοδότησαν, σε παγκόσμιο επίπεδο, την κρίση των «Παλαιών Καθεστώτων» και τη σταδιακή επικράτηση των φιλελεύθερων ιδεών του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης. Κυοφορήθηκε στην περίοδο εξασθένησης της άλλοτε κραταιάς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και, ταυτόχρονα, στην περίοδο που παρατηρείται η άνοδος των εθνικών κινημάτων πολλών ευρωπαϊκών και άλλων λαών (Ιταλία, Ισπανία, Σερβία, Ρωσία, Λατινική Αμερική). Το κίνημα του φιλελληνισμού και οι «μαχητές της ελευθερίας» που πολέμησαν και πέθαναν υπέρ των Ελλήνων καταδεικνύουν τη βαθιά σύνδεση της Επανάστασης με το διεθνές κίνημα του φιλελευθερισμού και της δημοκρατίας.
Η προετοιμασία και εκδήλωση της Επανάστασης ήρθαν ύστερα από μια πορεία ανόδου του ρόλου των Ελλήνων εντός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ιδιαίτερα από τα μέσα του 18ου αιώνα. Η οικονομική άνθηση, που πιστοποιείται από την εμπορευματοποίηση της αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής, την άνοδο του χερσαίου εμπορίου και κυρίως τη μεγάλη ανάπτυξη της ελληνόκτητης εμπορικής ναυτιλίας, συντέλεσε στον οικονομικό μετασχηματισμό του ελλαδικού χώρου και στην όξυνση της κοινωνικής διαφοροποίησης εντός των υπόδουλων χριστιανών ραγιάδων.
Οι δρόμοι του εμπορίου και της ναυτιλίας δεν οδήγησαν μόνο στη συσσώρευση πλούτου. Αντίθετα έγιναν μοχλοί διείσδυσης και διάχυσης των νέων, φιλελεύθερων ιδεών του Διαφωτισμού. Σχολεία και σχολές ιδρύονταν παντού ενώ τυπώθηκαν και κυκλοφόρησαν πλατιά στον ελλαδικό χώρο βιβλία και πολιτικά φυλλάδια. Ταυτόχρονα προχωρούσε η διαδικασία της εθνικής συνειδητοποίησης και, συνακόλουθα, της διαμόρφωσης της ελληνικής εθνικής ιδεολογίας μέχρι και τις παραμονές του 1821.
Η αφομοίωση των νέων ιδεών δεν ήταν μια ομοιόμορφη και ευθύγραμμη διαδικασία. Αυτό ίσχυε τόσο για τους «ανώνυμους» όσο –και κυρίως– για τους επώνυμους. Οι κοτζαμπάσηδες της Πελοποννήσου, οι παλιοί κλέφτες, οι αρματολοί της Ρούμελης, οι νησιώτες πλοιοκτήτες, οι έμποροι και οι ιερείς ανέπτυξαν το δικό τους Λόγο περί έθνους και τη δικιά τους πολιτική ιδεολογία. Σε κάθε περίπτωση, ωρίμαζε σταδιακά στο μυαλό όλων η αναγκαιότητα αποφασιστικής σύγκρουσης με την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Το ξέσπασμα της Επανάστασης την άνοιξη του 1821 δεν ήταν τυχαίο, αλλά στη βάση ενός σχεδίου οργάνωσης και προετοιμασίας που είχε επεξεργαστεί η Φιλική Εταιρεία. Στον πυρήνα της δράσης και του επαναστατικού σχεδίου της Εταιρείας ήταν η δημιουργία μιας νέας πολιτικής οντότητας, ενός ελεύθερου ελληνικού κράτους, ανεξάρτητου από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, με δημοκρατικούς θεσμούς, κοινής πατρίδας όλων των Ελλήνων.
Η Επανάσταση πέτυχε αποφασιστικές νίκες σε στεριά και θάλασσα τους πρώτους μήνες μετά την εκδήλωσή της. Η σταδιακή συγκρότηση ενός «ελεύθερου», ελεγχόμενου από τους Έλληνες χώρου και η απόκρουση των οθωμανικών στρατευμάτων γέννησαν ενθουσιασμό και ελπίδες στους επαναστατημένους. Την ίδια στιγμή, άρχισε να διαμορφώνεται η νέα εξουσία των Ελλήνων μέσα από τα συντρίμμια του «παλιού». Νέα όργανα διοίκησης συστάθηκαν παντού, ενώ ωρίμαζε η αναγκαιότητα σχηματισμού κεντρικών οργάνων και θεσμών. Οι επαναστατημένοι Έλληνες όφειλαν να αποδείξουν ότι μπορούσαν να αυτοδιοικηθούν και να σταθούν στην οικογένεια των ευρωπαϊκών κρατών. Αποκορύφωμα αυτής της διαδικασίας ήταν η ψήφιση του πρώτου ελληνικού Συντάγματος και η συγκρότηση της «Εθνικής Διοίκησης» στην Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου τον Ιανουάριο του 1822.
Πολύ γρήγορα, ακολούθησε ένας σκληρός αγώνας για την εξουσία. Οι έντονες εσωτερικές διαμάχες που έφτασαν μέχρι τον εμφύλιο πόλεμο αποτελούν μια ακόμα απόδειξη του σύνθετου χαρακτήρα της Ελληνικής Επανάστασης – όπως συμβαίνει με κάθε μεγάλη, αυθεντική, επανάσταση. Έβγαλαν στην επιφάνεια τις τοπικιστικές αντιθέσεις, ενώ κατέδειξαν τα όρια στη διαμόρφωση εθνικής συνείδησης, τις αντοχές αλλά και τις εξασθενήσεις των νοοτροπιών των ισχυρών προεπαναστατικών κοινωνικών ομάδων. Παρ’ όλ’ αυτά, τα πράγματα είχαν όντως αλλάξει. Η σύγκρουση για την εξουσία γινόταν με αναφορά στο Σύνταγμα και την «Εθνική Διοίκηση». Αυτά παρείχαν, πλέον, το νομιμοποιητικό πλαίσιο δράσης ομάδων και ανθρώπων, στρατιωτικών και πολιτικών, Πελοποννησίων, Ρουμελιωτών και νησιωτών.
Στη συνέχεια, η Επανάσταση εξελίχθηκε άλλες φορές επιταχυνόμενη και άλλες επιβραδυνόμενη, μέσα από μια πορεία ανατροπών και αντιθέσεων. Τις στρατιωτικές επιτυχίες των πρώτων ετών και την εδραίωση μιας πρώτης εδαφικής «επικράτειας» διαδέχτηκε η αβεβαιότητα και η αδυναμία μπροστά στην εισβολή των αιγυπτιακών στρατευμάτων. Την αρχική «μέθη» διαδέχτηκε ο φόβος και η αγωνία μετά την πτώση του Μεσολογγίου και την ήττα του Αναλάτου. Οι άμαχοι –χριστιανοί και μουσουλμάνοι– γνώρισαν τις σκληρές δοκιμασίες της πείνας, της καταστροφής της σοδειάς, της πολύμηνης πολιορκίας πόλεων και κάστρων, των σφαγών, της προσφυγοποίησης, των μολυσματικών ασθενειών. Τελικά όμως, μέσα από μια αντιφατική διαδρομή, η Ελληνική Επανάσταση επιβίωσε μέχρι τη Ναυμαχία του Ναβαρίνου, τον ερχομό του Ιωάννη Καποδίστρια ως πρώτου κυβερνήτη της χώρας και την τελική επίτευξη της ανεξαρτησίας το 1830.
Η νίκη της Ελληνικής Επανάστασης βασίστηκε αποφασιστικά στη δράση και τον καθημερινό αγώνα δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων που υλοποίησαν, σταδιακά, το έργο της ανεξαρτησίας. Ανθρώπων καθημερινών, στη μεγάλη τους πλειοψηφία γεωργών και ναυτικών, οι οποίοι, προκειμένου να πολεμήσουν, έπρεπε να πληρωθούν, να τραφούν και να εξοπλιστούν. Σε αυτούς τους «ανώνυμους» –χωρίς να ξεχνάμε και τους επώνυμους– που συμμετείχαν και έζησαν την Επανάσταση στρέψαμε την προσοχή μας στην πρώτη φάση δημιουργίας του Synthesis. Σε μεγάλο βαθμό κέντρισαν την περιέργειά μας τεκμήρια από το αχανές αρχειακό υλικό τα οποία αναδεικνύουν λιγότερο γνωστές, συχνά «ταπεινές», όψεις από την καθημερινή ζωή των μαχητών αλλά και των πολλών που κλήθηκαν να συνεχίσουν τη ζωή τους στο περιθώριο των συγκρούσεων. Τα ερωτήματα προέκυπταν και πάλι: Πώς βίωσαν τον Αγώνα όλοι αυτοί οι άνθρωποι; Πώς διαμόρφωσαν αλλά και μετασχημάτισαν τις αντιλήψεις, τις απόψεις, τις ιδεολογίες τους; Ποιοι ήταν οι μηχανισμοί και οι παράγοντες που καθόρισαν τις ατομικές και συλλογικές συμπεριφορές, ψυχολογίες και δράσεις; Πώς άλλαξαν οι ίδιοι, «μεγαλώνοντας» και «γερνώντας» στη διάρκεια της επαναστατικής δεκαετίας;
Ποια ήταν, τελικά, η κατάληξη της Επανάστασης; Συμπερασματικά, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι οι βασικοί της στόχοι υλοποιήθηκαν. Δεν ήταν κάτι δεδομένο. Ανά περιόδους δοκιμάστηκε η έκβαση αυτού του σκοπού. Η Επανάσταση κινήθηκε μέσα από μια αντιφατική πορεία με ζιγκ-ζαγκ, μεγαλεπήβολα πλάνα που απέτυχαν ή εκτράπηκαν, στιγμές τραγικές αλλά και στιγμές ενός διακριτικού ηρωισμού. Σίγουρα έπαιξε ρόλο το «τυχαίο» και το «ρευστό», ενώ αναμφίβολα τη σφραγίδα τους έβαλαν οι ανταγωνισμοί και οι επιλογές των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων. Ωστόσο σε όλη τη διάρκεια της Επανάστασης θα διακρίνουμε τον πεισματικό αγώνα κάποιων ανθρώπων, τις αντοχές και εξασθενήσεις τους. Και φυσικά την επιδίωξη να φτάσουν στην ανεξαρτησία μη θέλοντας να συμβιβαστούν με κάτι λιγότερο από αυτό.
Προέκυψε έτσι, μπορούμε να ισχυριστούμε, μια νέα Σύνθεση. Μέσα από μια μακρόχρονη αλλά ριζική σύγκρουση με το «παλιό», διαμορφώθηκε κάτι ολότελα «καινούργιο» για τα δεδομένα της ανατολικής Μεσογείου και της Βαλκανικής. Σχηματίστηκε, τελικά, ένα ελληνικό εθνικό κράτος στα μέγιστα δυνατά για την εποχή σύνορα. Κάποιος, βέβαια, μπορεί να υποστηρίξει ότι την ίδια στιγμή η Επανάσταση δεν μπόρεσε να λύσει κοινωνικά ζητήματα, όπως το αγροτικό: Οι αγωνιστές-αγρότες της Επανάστασης δεν μπόρεσαν να έχουν πρόσβαση στην ιδιοκτησία των «εθνικών γαιών» που τόσο ποθούσαν. Η τομή, ωστόσο, ήταν τεράστια και δεν μπορούμε να την παραβλέψουμε. Δεν εξαντλείται στην εθνική ανεξαρτησία και την ψήφιση Συνταγμάτων. Συνίσταται κυρίως στο ότι δημιούργησε ελεύθερους πολίτες και ανθρώπους και όχι εξαρτώμενους από την απόλυτη εξουσία του μονάρχη. Πάνω σε αυτό οφείλουμε να προβληματιστούμε και να αναστοχαστούμε σήμερα, 200 χρόνια μετά το 1821.
Ο Μηνάς Αντύπας είναι υποψήφιος διδάκτωρ Ιστορίας του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Κρήτης.
Όταν προσκλήθηκα να «εισχωρήσω» στη συνθήκη της Επανάστασης που κατασκευάζει το Synthesis τον Μάιο του 2021, η διαδικασία είχε ήδη αρχίσει. Από τότε δεν σταμάτησε ποτέ να αλλάζει, να εξελίσσεται, να συνδιαμορφώνεται. Ακόμα και την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, το έργο βρίσκεται εν εξελίξει. Έτσι, το παρόν κείμενο μιμείται τα μεταμοντέρνα στοιχεία του έργου –πολλαπλότητα, αποσπασματικότητα, βιωματική προσέγγιση, κατάργηση της «αυθεντίας»– προσφέροντας κάποια στοιχεία για την ανάγνωση του και αποδεχόμενο την αδυναμία εξάντλησης του περιεχομένου του.
Αρχικά, το έργο Synthesis είναι μια εικαστική επιτελεστική εγκατάσταση μακράς διαρκείας γύρω από το πολυσύνθετο γεγονός της Ελληνικής Επανάστασης. Με αφορμή την επέτειο των 200 ετών από την κήρυξη τού απελευθερωτικού Αγώνα, συστάθηκε από τη χορογράφο Τζένη Αργυρίου και τον εικαστικό Βασίλη Γεροδήμο μια «ομάδα ανάγνωσης» που βασίστηκε σε μια συλλογική διαδικασία ιστορικής και καλλιτεχνικής έρευνας. Με πρωταρχική συνθήκη την αδυναμία μας να «εξαντλήσουμε» την ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης, οι συντελεστές ήρθαν σε επαφή με αρχειακά τεκμήρια και τη ματιά σύγχρονων ιστορικών δημιουργώντας «θραύσματα», δηλαδή αποσπασματικές αφηγήσεις που συνθέτουν τη δική τους εικόνα της Επανάστασης και ενθαρρύνουν τις «υποταγμένες γνώσεις», δηλαδή τα ιστορικά περιεχόμενα που χάθηκαν μέσα από τις επίσημες συστηματοποιήσεις, σύμφωνα με τον Φουκώ [Foucault]. Έτσι, η κύρια πρόθεση του έργου είναι το κοινό να βιώσει τα θραύσματα της Eπανάστασης στο «εδώ και τώρα» και στην ανθρώπινη κλίμακα, προσφέροντας πολλαπλές, προσωπικές και βιωματικές απαντήσεις.
Στη συνέχεια, θα ήθελα να ξεχωρίσω, ανάμεσα στα πολλαπλά στοιχεία του Synthesis, την ίδια τη διαδικασία δημιουργίας του. Το έργο καταπιάνεται με την πολυσύνθετη έννοια της Επανάστασης όντας το ίδιο εν εξελίξει. Πιο συγκεκριμένα, αναδεικνύει τη σημασία των αόρατων σταδίων της καλλιτεχνικής έρευνας, τα οποία δεν ακολουθούν μια αυστηρά γραμμική πορεία, ώστε να μετακινηθούμε από μια μονοδιάστατη, στατική και διδακτική αφήγηση της Ελληνικής Επανάστασης σε μια προσωπική, πολλαπλή και εμβυθιστική ανάγνωση της.
Η έρευνα, λοιπόν, ξεκίνησε με μια σειρά συζητήσεων όπου ιστορικοί διαφόρων πεδίων παρουσίασαν διαφορετικές πλευρές της Ελληνικής Επανάστασης και έθεσαν ένα πλήθος ερωτημάτων. Με τη βοήθεια των ιστορικών, δημιουργήθηκε μια τράπεζα πόρων που περιελάμβανε αρχεία, επιστολές, ποιήματα, γκραβούρες και άλλο υλικό. Οι συντελεστές του Synthesis, προερχόμενοι από διαφορετικούς καλλιτεχνικούς χώρους, οικειοποιήθηκαν κάποια «θραύσματα», δηλαδή κομμάτια από αυτές τις προτεινόμενες πηγές και ανέλαβαν ένα ή περισσότερα κομμάτια της συνολικής σύνθεσης, χωρίς να ακολουθούν μια κοινή λογική ή μέθοδο.
Έπειτα, όλα τα διαφορετικά κομμάτια της δημιουργίας συντίθενται σε ένα μεγαλύτερο «σκορ» (score), ή παρτιτούρα, που ενεργοποιείται με τους συντελεστές να υπερβαίνουν τα όρια της πρακτικής τους και να συμμετέχουν στο σύνολο των δράσεων, ανεξάρτητα από την ιδιότητα τους. Επομένως, αν θεωρήσουμε ότι τα «θραύσματα» που παρήχθησαν είναι μια πιο προσωπική θεώρηση της Ελληνικής Επανάστασης, η παρτιτούρα αποτελεί μια ανοιχτού τύπου συλλογική ανάγνωση της Επανάστασης.
Αυτή η παρτιτούρα «συγχωνεύει» την εικαστική εγκατάσταση και την περφόρμανς μεγάλης διάρκειας σε νέο συλλογικό σώμα που «απελευθερώνει» ιστορικά τους καλλιτέχνες από αυστηρές καλλιτεχνικές συμβάσεις. Με τη σειρά του, ο θεατής ενθαρρύνεται να κινηθεί μέσα στην εγκατάσταση, να παρακολουθήσει από διαφορετικές γωνίες θέασης διαφορετικές προσεγγίσεις, να καθορίσει το χρόνο παραμονής του και εντέλει να κάνει τη δική του σύνθεση.
Επιπλέον, η συνεχής μεταμόρφωση της εγκατάστασης και των επιτελεστικών θραυσμάτων ορίζει το έργο όχι μόνο χωρικά, δηλαδή ως προς τον χώρο ενεργοποίησης και τις εναλλασσόμενες σχέσεις εγγύτητας και απόστασης, αλλά και από την άποψη της χρονικότητάς του. Χρονικά, λοιπόν, αυτή η διαδικασία παραπέμπει σε τρία στάδια τα οποία αντιστοιχούν στις τρεις ημέρες που παρουσιάζεται το Synthesis στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ: Η πρώτη μέρα αποδίδει τη μέθη του αρχικού ξεσπάσματος της Επανάστασης, η δεύτερη εξετάζει την εσωστρέφεια των επόμενων χρόνων, και η τρίτη μας οδηγεί στην “κόπωση” της όψιμης περιόδου. Το πέρασμα από τη μια κατάσταση στην άλλη δεν είναι αυστηρό, και ορισμένα στοιχεία μπορεί να διαχέονται από τη μια μέρα στην άλλη. Σε κάθε περίπτωση, ο χρόνος συνδέεται με τον σωματικό χρόνο και την αντοχή. Έτσι, όσοι συμμετέχουν στην Επανάσταση δεν παρουσιάζονται ως μεμονωμένοι ήρωες απογυμνωμένοι από αμφιβολίες, επιθυμίες και ανάγκες, αλλά περνούν μέσα από διάφορα στάδια. Επιχειρώντας να φανταστούμε τη συναισθηματική διαδικασία που ακολουθούν, προσδίδεται μια πιο ανθρώπινη διάσταση που διευκολύνει τη διαγενεακή σύνδεση.
Τέλος, σε αυτή τη σύνδεση συνεισφέρει και η ίδια η δομή της εγκατάστασης, που αποτελείται από θραύσματα, κομμάτια σκηνικών που είχαν χρησιμοποιηθεί σε όπερες της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο παρελθόν και, μέσα από αυτή τη χειρονομία, αποκτούν άλλη χρήση. Κάτω από διαφορετικές παραμέτρους, οι Έλληνες αγωνιστές χρησιμοποιούν επίσης υλικά που βρίσκουν γύρω τους για να φτιάξουν αυτοσχέδια όπλα και σημαίες. Μάλιστα, τα κύρια χρώματα της εγκατάστασης (λευκό, μαύρο και κόκκινο) παραπέμπουν στις πρώτες σημαίες των επαναστατών. Η «ανασκαφή» των υλικών από την αποθήκη της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και ο χρωματικός κώδικας της σημαίας δείχνει μια πρόθεση ενδοσκόπησης και επαναδιαπραγμάτευσης της ταυτότητάς μας και του συστήματος στο οποίο δρούμε, αντιλαμβανόμενοι ότι οποιαδήποτε προσπάθεια αφήγησης εξαρτάται από την υλικότητα που έχουμε στη διάθεση μας. Αυτή η αποδοχή μάς επιτρέπει να συλλογιστούμε τη γενικότερη συνθήκη: Από τι είμαστε «εμείς» φτιαγμένοι; Ποιοι περιλαμβάνονται στο «εμείς»; Πώς μπορούμε να διατηρήσουμε την ατομικότητα μας σε ένα σύνολο; Ποια είναι τα υλικά μας; Τι αντοχές έχουν;
Η Ελένη Ρήγα είναι ανεξάρτητη επιμελήτρια.
Τα κείμενα είναι σαν ζωντανοί οργανισμοί· μάλλον είναι ζωντανοί οργανισμοί με ιδιότυπο κύκλο ζωής. Τη στιγμή που ο συγγραφέας ολοκληρώνει το κείμενό του κλείνει ένας κύκλος.Είναι, ας πούμε, ένας θάνατος, αφού μέχρι εκείνη την ώρα το κείμενο αποτελούσε στα χέρια του μια ύλη ζωντανή που την έπλαθε και την ξανάπλαθε, την «χτένιζε», την ομόρφαινε. Μετά το κείμενο ζει μέσω του αναγνώστη· του κάθε αναγνώστη που με τη δική του πνευματική συγκρότηση, διάθεση και βούληση το διαβάζει, το κατανοεί, το ερμηνεύει. Αυτό συμβαίνει και με τα κείμενα που γράφτηκαν στα χρόνια της επανάστασης του 1821. Όλα τα κείμενα· αφηγήσεις, μαρτυρίες, επίσημα έγγραφα, ημερολόγια, πρόχειρα σημειώματα, τεφτέρια με λογαριασμούς, πολυσέλιδα χειρόγραφα και σπαραγματα χαρτιών, γραφές δοξασμένων αγωνιστών και «άσημων» ανθρώπων. Όλα αποκτούν νέες ζωές, καθώς όσοι τα διαβάσουν θα δημιουργήσουν ο καθένας και για το καθένα από αυτά μια νέα ζωή. Αυτήν που γεννήθηκε από την πρόσληψη του κειμένου, η οποία ενδεχομένως διαφέρει από αναγνώστη σε αναγνώστη και αποκλίνει πολύ ή λίγο από τις προθέσεις του συγγραφέα. Κάποιοι ενδεχομένως θα γράψουν τις σκέψεις τους γι’ αυτά τα κείμενα, τροφοδοτώντας με τα δικά τους πια γραπτά τον αέναο κύκλο της γνώσης.
Η διαδικασία είναι προφανής και αναμενόμενη στα «μεγάλα», τα επώνυμα έργα. Μιλώντας για τα κείμενα του 1821, οι προκηρύξεις, τα συντάγματα, τα απομνημονεύματα, η ποίηση και τόσα άλλα που καταγράφουν ή εμπνέονται από τα σπουδαία πολεμικά και πολιτικά συμβάντα έχουν αξιωθεί αυτών των πολλαπλών ζωών μέσα από τους αναγνώστες, τους κριτικούς, τους μελετητές. Με τον ίδιο τρόπο όμως ερεθίσματα προσφέρουν και γραπτά αφανή, αδιόρατα στη δημόσια συζήτηση. Προσωπικά γράμματα, επιστολές και αναφορές στις αρχές, σημειώσεις που κρατούν οι άνθρωποι για να θυμούνται και να θυμίζουν στιγμές του βίου τους, ποικίλα όσα γραπτά, πλήθος μέγα, που τα σκέπασε η τύρβη της ιστορίας. Στον καιρό του πολέμου οι άνθρωποι δεν μπορούν παρά να ασχολούνται με τον πόλεμο, δεν παύουν όμως τις καθημερινές τους ασχολίες. Όταν μάλιστα ο πόλεμος είναι απότοκο μιας επανάστασης, η καθημερινότητα δεν έχει μόνο ρημαχτεί από τη βιαιότητα των πολεμικών καταστροφών αλλά έχει και αναζωογονηθεί από το ευφρόσυνο ξάφνιασμα που γεννά η βίωση μιας πρωτόγνωρης ελευθερίας. Ο μεγαλέμπορος που έγκλειστος στο Μεσολόγγι γράφει στη γυναίκα του για να ζητήσει να του στείλει εσώρουχα ή να μεριμνήσει ο γιός τους να μην φέρεται με έπαρση, ο οπλαρχηγός που υπογράφει προτάσσοντας την ιδιότητα του πολίτη, η νεοφώτιστη που απευθύνεται στη Διοίκηση γιατί οι συγγενείς της της κάνουν τον βίο αβίωτο απ’ όταν αποφάσισε να βαπτιστεί, οι χωρικοί που διαμαρτύρονται γιατί συντοπίτες τους κατακρατούν το νερό του μύλου, οι νησιώτες που καταγγέλλουν την αρπακτικότητα ελλήνων πειρατών, οι χήρες των αγωνιστών που παρακαλούν για να ταΐσουν τα παιδιά τους, η κόρη που διεκτραγωδεί τις ολέθριες συνέπειες ενός έρωτα, και άλλοι και άλλες που σωρεύουν στα γραπτά τους ψήγματα του κόσμου της επανάστασης του 1821. Και αυτά τα αθέατα κείμενα μπορούν να γεννήσουν δημιουργικές νέες αναγνώσεις, να κεντρίσουν το νου του αναγνώστη· είναι και αυτά μνημεία φθέγγοντα της ιστορίας.
Μιλούν βέβαια με τρόπους διαφορετικούς στον καθένα. Είχα την μοναδική τύχη να παρακολουθήσω την πολύτροπη -και περίπλοκη- προετοιμασία των καλλιτεχνών που εμπνεύστηκαν και δημιούργησαν το έργο Synthesis. Η επιλογή να αναζητήσουν με θέρμη, ενθουσιασμό και περίσκεψη δρόμους πρόσβασης στον κόσμο της ελληνικής επανάστασης μέσω κειμένων της εποχής διευρύνει τη γωνία θέασης των πραγμάτων. Ποικίλων ειδών γραπτά και γραφές που χρησιμοποίησαν λειτούργησαν νομίζω ως ερέθισμα της σκέψης και της φαντασίας, ως κέντρισμα καλλιτεχνικής δημιουργίας. Είναι μια προσέγγιση διαφορετική από εκείνη του ιστορικού. Ο τελευταίος ταλανίζεται να χαλιναγωγήσει τη φαντασία του, ο καλλιτέχνης να την απελευθερώσει για να συνθέσει το δικό του έργο. Ο καθείς και τα όπλα του. Άλλωστε στην ευρυχωρία που δημιουργούν οι αναρίθμητες εκδοχές των κειμένων, οι πολύσημες ζωές τους, οι διαφορετικές αναγνώσεις είναι πάντοτε καλοδεχούμενες.
Ανθολόγηση και επιλογή κειμένων: Μηνάς Αντύπας, Τζένη Αργυρίου / Σύλληψη και ιδέα : Βασίλης Γεροδημος, Τζενη Αργυρίου
Στο έργο της μεταγραφής: Μαίρη Βόσσου, Βερενίκη Κοντοδήμου, Ανδριάννα Χαλκίδη / Τυπογραφική Διόρθωση: Δημήτρης Αλεξάκης
Σχεδιασμός εντύπου: Γιάννης Ισιδώρου / Σελιδοποίηση: Έλση Γκαλιάτα / Εκτύπωση: Γιώργος Κωστόπουλος / Γραφικές Τέχνες AE
Ευχαριστούμε πολύ τον Δημήτρη Δημητρόπουλο για τη βοήθειά του στη θεώρηση των κειμένων.
ηθοποιός
βοηθός επιμελητών
σκηνοθέτης
καλλιτεχνικός συνεργάτης
cinematographer
βοηθός καταγραφής
ενδυματολόγος
εικαστικός – επιμελητής
επιβλέπων κατασκευαστής
βοηθός εικαστικών
εικαστικός – περφόρμερ
σκηνοθέτης
ηθοποιός
μουσικοσυνθέτης
σοπράνο – συνθετης
web developer
επιμελητική σύμβουλος
χορογράφος – χορευτής
ηθοποιός καλλιτεχνικής έρευνας
ηθοποιός
καταγραφή – σχεδιασμός web
μουσικοσυνθέτης
συντονισμός παραγωγής
χορογράφος – περφόρμερ
ηθοποιός
χορευτής
Αρχιτεκτ. Σχεδιασμός
ηθοποιός
Βοηθός Σκηνοθέτη Γεωργίας Μαυραγάνη
περφόρμερ – διδασκαλία φωνής
εικαστικός
βοηθός εικαστικών
τεχνικός σκηνής
Ιστορικός σύμβουλος
καλλιτεχνικός συνεργάτης
σκηνοθέτης
εικαστικός
τεχνικός σκηνής
χορογράφος – χορεύτρια
συντονισμός παραγωγής
χορογράφος
χορογράφος – χορεύτρια
φωτιστής
χορογράφος – επιμελήτρια
εικαστικός – περφόρμερ
μουσικοσυνθέτης
βοηθός επιμελητών
σύµβουλος δραµατουργίας Πρώτης Ερευνητικής Φάσης
Η παραγωγή του Synthesis υλοποιείται με τη στήριξη της δωρεάς του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ) προς την
Εθνική Λυρική Σκηνή για τη δημιουργία του επετειακού προγράμματος για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση του 1821.
With the support of the Danish Arts Foundation
Θερμές ευχαριστίες στον κ. Δημήτρη Δημητρόπουλο, την κα. Ελευθερία Ζέη και την κα. Αμαλία Παππά
για τη συμμετοχή τους στην Ιστορική Ερευνα.